Η ακτινωτή ουλή είναι μία καλοήθης σύνθετη σκληρυντική αλλοίωση του μαστού που συχνότερα εμφανίζεται σε γυναίκες μεταξύ 41-60 ετών. Αποτελεί παθολογοανατομικό εύρημα (δηλ. κατόπιν εξέτασης στο μικροσκόπιο) μετά από βιοψία μιας ύποπτης περιοχής. Κάποιες φορές η βλάβη είναι αρκετά μεγάλη με αποτέλεσμα να απεικονίζεται και στη μαστογραφία (1 περίπτωση για κάθε 1000 μαστογραφίες) και να είναι δύσκολο να διαχωριστεί από τον καρκίνο.
Η αντιμετώπιση της ακτινωτής ουλής περιλαμβάνει τις περισσότερες φορές χειρουργική αφαίρεση διότι στο περίπου 15% των περιπτώσεων η βλάβη υποεκτιμάται (δηλ. στην πραγματικότητα υπάρχει κακοήθεια η οποία δεν συμπεριλαμβάνεται στα κομμάτια της βιοψίας). Επίσης, υπάρχουν μερικές ενδείξεις πως μπορεί να αποτελεί προκαρκινική αλλοίωση, η οποία βραδέως εξελίσσεται σε κακοήθεια σε ποσοστό περίπου 20%.
Εφόσον και μετά την χειρουργική αφαίρεση δεν αναδεικνύεται κάποια περαιτέρω βλάβη, δεν χρειάζεται επιπλέον θεραπεία.