ΨΗΛΑΦΗΤΟ ΜΟΡΦΩΜΑ ΜΑΣΤΟΥ – ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΗΣΥΧΩ ;
Η ψηλαφητή μάζα μαστού, που συνήθως εντοπίζεται κατά την αυτοεξέταση ή κατά τον ιατρικό κλινικό έλεγχο αποτελεί τις περισσότερες φορές μια εξαιρετικά αγχώδη κατάσταση για τη γυναίκα. Πρόκειται για ένα διακριτό μόρφωμα που ξεχωρίζει από τον περιβάλλοντα ιστό και προκαλεί μια ασυμμετρία σε σχέση με τον αντίθετο μαστό.
Παρόλο που στην πλειονότητα των περιπτώσεων αφορά μια καλοήθη οντότητα, η διερεύνηση ενός ψηλαφητού μορφώματος απαιτεί συστηματική και προσεκτική προσέγγιση ώστε να εξασφαλισθεί η σωστή διάγνωση. Η εσφαλμένη (μη) διάγνωση καρκίνου του μαστού αποτελεί μια από τις πιο συχνές αιτίες ιατρικού λάθους στις ΗΠΑ. Το ιστορικό σε συνδυασμό με την κλινική εξέταση αποτελούν το πρώτο βήμα για να τεθεί η διάγνωση. Βάσει ιστορικού θα αντληθούν πληροφορίες για το χρονικό διάστημα εμφάνισης, τα πιθανά συνοδά συμπτώματα αλλά και τους παράγοντες κινδύνου εμφάνισης καρκίνου στο μαστό.
Με την κλινική εξέταση θα εκτιμηθούν τα χαρακτηριστικά της μορφολογίας της μάζας όπως ασυμμετρία, σκληρία, κινητικότητα, ευαισθησία, ερυθρότητα ή/και σημειολογία από την θηλή, ώστε να υπάρξει μια αρχική εκτίμηση για τη φύση της και την περαιτέρω διερεύνηση.
Κάποια μορφώματα εντοπίζονται με την αυτοψηλάφηση, ενώ άλλα με την τακτική εξέταση του μαστού από τον ιατρό και μπορεί να συνοδεύονται από πόνο ή έκκριμα θηλής (π.χ. αιματηρό, πράσινο, λευκό, κίτρινο). Η καλοήθης μάζα μπορεί να είναι συμπαγής ή κυστική, ενώ η κακοήθης τυπικά είναι συμπαγής. Παρ’ όλα αυτά, ένα κυστικό μόρφωμα με συμπαγή στοιχεία εντός αυτού μπορεί να υποκρύπτει κακοήθεια.
ΤΙ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;
Οι απεικονιστικές εξετάσεις που διενεργούνται, μόνες ή συνδυαστικά, στην περίπτωση μιας ψηλαφητής μάζας είναι η ψηφιακή μαστογραφία, το υπερηχογράφημα και η μαγνητική μαστογραφία. Είναι απαραίτητο όμως να τονισθεί πως όσο σημαντικές πληροφορίες και αν παρέχει ο απεικονιστικός έλεγχος για τη φύση ενός ψηλαφητού μορφώματος, δεν δύναται να θέσει την οριστική διάγνωση, η οποία τίθεται με την ιστολογική εξέταση (στο μικροσκόπιο).
Με την ψηφιακή μαστογραφία μπορεί να εκτιμηθεί αν μια μάζα είναι μη φυσιολογική ή ύποπτη για καρκίνο. Αποτελεί την απεικονιστική εξέταση εκλογής για τις γυναίκες άνω των 35 ετών (σε ορισμένες περιπτώσεις και άνω των 30) που εμφάνισαν μία ψηλαφητή μάζα και διενεργείται ακόμα και στην περίπτωση που η πρόσφατη μαστογραφία δεν είχε ουσιώδη ευρήματα. Σε ποσοστό 5% των γυναικών με ψηλαφητό μόρφωμα η μαστογραφία μπορεί να μην αναδείξει κάποια παθογένεια, γεγονός που υποδηλώνει πως ακόμη και η περίπτωση μιας φυσιολογικής μαστογραφίας δεν αποκλείει την αναγκαιότητα περαιτέρω ελέγχου.
Για τις ηλικίες κάτω των 30 ετών λόγω της αυξημένης πυκνότητας και υπερευαισθησίας του μαστού στην ακτινοβολία, προτιμάται το υπερηχογράφημα σαν αρχική διαγνωστικό εργαλείο, με το οποίο θα αναδειχθεί αν το μόρφωμα είναι κυστικό, συμπαγές ή συνδυασμός των δύο, τα χαρακτηριστικά των ορίων του και αν έχει κάποια αιμάτωση. Επιπλέον, αποτελεί πρώτης γραμμής απεικονιστική εξέταση για τις γυναίκες που εγκυμονούν ή θηλάζουν.
Η μαγνητική μαστογραφία χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις διαγνωστικού διλήμματος, όπου η μαστογραφία και το υπερηχογράφημα σε συνδυασμό με την κλινική εξέταση δεν συμφωνούν. Το μεγάλο μειονέκτημα της μεθόδου είναι το μεγάλο ποσοστό ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων (δηλ. μία αλλοίωση φαίνεται ύποπτη ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι), γεγονός που οδηγεί σε βιοψίες που τελικά αποδεικνύονται καλοήθεις.
Η τελική διάγνωση μια κακοήθους ή καλοήθους μάζας, όπως προαναφέρθηκε, τίθεται μόνο με την παθολογοανατομική ή κυτταρολογική εξέταση στο μικροσκόπιο. Αυτό επιτυγχάνεται με βιοψία της ύποπτης περιοχής με βελόνα (κόπτουσα / λεπτή) με ή χωρίς απεικονιστική καθοδήγηση ή χειρουργικά (πιο σπάνια). Με τη βιοψία, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, θα καθοριστεί αν η ψηλαφητή μάζα αφορά κάποια καλοήθη (π.χ. ινοαδένωμα, κύστη, ινοκυστικές αλλαγές, απόστημα, νέκρωση λίπους) ή κακοήθη νόσο. Βάσει αυτής θα καθοριστεί η περαιτέρω παρακολούθηση ή χειρουργική αντιμετώπισή της.