ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΚΚΡΙΜΑ ΘΗΛΗΣ ?
Το έκκριμα θηλής είναι ένα ανώδυνο σύμπτωμα που προκαλεί ανησυχία και το 50-80% των γυναικών που βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία θα το εμφανίσουν τουλάχιστον μία φορά. Αποτελεί μια από τις πιο συχνές αιτίες επίσκεψης στο Ιατρείο Μαστού, αφορώντας περίπου το 7% των προσελεύσεων.
ΠΟΣΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΚΚΡΙΜΑΤΟΣ ΘΗΛΗΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ?
Το έκκριμα θηλής διακρίνεται σε αυτό της γαλουχίας (παραγωγή γάλατος), το φυσιολογικό (γαλακτόρροια) και το παθολογικό (ύποπτο).
Κατά τη διάρκεια της κύησης, όπως επίσης μετά τον τοκετό, ο μαζικός αδένας, ανταποκρινόμενος στις ορμόνες που κυκλοφορούν, παράγει γάλα. Η παραγωγή
γάλακτος μπορεί να συνεχιστεί έως και έξι μήνες μετά την διακοπή του θηλασμού. Αιματηρό έκκριμα από την θηλή μπορεί να παρατηρηθεί κατά το δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο της κύησης και είναι συνήθως καλοήθους αιτιολογίας.
Το φυσιολογικό έκκριμα θηλής δε σχετίζεται με τη γαλουχία και τις περισσότερες φορές αφορά και τους δύο μαστούς, εκκρίνεται από πολλούς πόρους και είναι λευκού/κιτρινωπού/καφέ χρώματος ή διαυγές. Προκαλείται συνήθως από φάρμακα (π.χ. ορισμένα αντιϋπερτασικά, αντικαταθλιπτικά, αντιεμετικά), από νευρογενή ερεθισμό μαστού (π.χ. χειρισμοί, στηθόδεσμοι με κακή εφαρμογή) ή ενδοκρινολογικές ανωμαλίες (π.χ. υποθυρεοειδισμός, αδένωμα υπόφυσης). Όλα τα παραπάνω προκαλούν αύξηση μιας ορμόνης που ονομάζεται προλακτίνη (υπερπρολακτιναιμία).
Το παθολογικό (ύποπτο) έκκριμα θηλής αφορά συνήθως τον ένα μαστό, περιορίζεται σε έναν πόρο, είναι επίμονο και παράγεται αυτόματα (χωρίς κάποιον χειρισμό). Μπορεί να είναι ορώδες (διάφανο ή κίτρινο), αιματηρό ή συνδυασμός των δύο. Σχεδόν στο 60% των περιπτώσεων οφείλεται σε θήλωμα (μόρφωμα εντός του γαλακτοφόρου πόρου), που σε ορισμένες περιπτώσεις αναπτύσσεται σε έδαφος κυτταρικής ατυπίας ή προδιηθητικού νεοπλάσματος (in situ). Στο 5-15% των περιπτώσεων υποκρύπτεται κακοήθεια, ποσοστό που είναι ανάλογο της ηλικίας της ασθενούς.
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΩ ΟΤΑΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΩ ΕΚΚΡΙΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΗΛΗ ?
Θα χρειαστεί επίσκεψη σε Ιατρείο Μαστού, που βάσει του ιστορικού και της κλινικής εξέτασης θα εκτιμηθεί η αναγκαιότητα για περαιτέρω διαγνωστικές κινήσεις με απεικόνιση, αιματολογικές εξετάσεις, κυτταρολογικό έλεγχο ή βιοψία. Γενικά, όλες οι γυναίκες που παρουσιάζονται με έκκριμα θηλής θα πρέπει να υποβληθούν σε υπέρηχο μαστών, ενώ αυτές που είναι άνω των 30 ετών, και σε μαστογραφία.
Στην περίπτωση που το έκκριμα είναι αιματηρό, προέρχεται από ένα πόρο ή δεν υποχωρεί, χρειάζεται δείγμα ώστε να γίνει κυτταρολογική εξέταση και να αποσαφηνιστεί η φύση του υγρού.
Εφόσον το έκκριμα δεν είναι αιματηρό, προέρχεται από πολλούς πόρους, η κλινική εξέταση είναι φυσιολογική και οι απεικονιστικές εξετάσεις δεν έχουν ευρήματα, η ασθενής θα χρειαστεί κυρίως εργαστηριακές εξετάσεις και παθολογική/ενδοκρινολογική διερεύνηση ώστε να δοθούν οι κατάλληλες οδηγίες (π.χ. τροποποίηση φαρμακευτικής αγωγής).
ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΟΤΑΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΩ ΑΙΜΑΤΗΡΟ ΕΚΚΡΙΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΗΛΗ ?
Η έκκριση αίματος από τη θηλή σημαίνει πως υπάρχει εστία αιμορραγίας μέσα στον γαλακτοφόρο πόρο (μόρφωμα ή τραυματισμός). Μπορεί να είναι εμφανής ή να ανακαλυφθεί τυχαία στον στηθόδεσμο ή εσώρουχο. Σε μια έρευνα που αφορούσε 3.110 ασθενείς το αιματηρό έκκριμα θηλής σχετιζόταν με μεγαλύτερο κίνδυνο για κακοήθεια σε σχέση με το μη αιματηρό (52% έναντι 19%). Σε ποσοστό 20% των γυναικών που εγκυμονούν ή θηλάζουν, επίσης παρατηρείται αιματηρό έκκριμα, που είναι συνήθως καλοήθους αιτιολογίας και οφείλεται στην υπεραιμάτωση του μαζικού αδένα.
ΣΕ ΠΟΙΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ ?
Οι περιπτώσεις οι οποίες χρήζουν χειρουργικής παρέμβασης είναι η παρουσία ψηλαφητού μορφώματος, τα μη φυσιολογικά αποτελέσματα απεικονιστικών εξετάσεων ή όταν το έκκριμα είναι αυτόματο (δεν παράγεται με κάποιον χειρισμό), προέρχεται από έναν πόρο ή/και είναι αιματηρό. Όταν υπάρχει παθολογικό έκκριμα θηλής χωρίς όμως να υπάρχει εύρημα σε κάποια απεικονιστική εξέταση, η χειρουργική παρέμβαση είναι απαραίτητη για τη διάγνωση και θεραπεία.
Εφόσον έχει διενεργηθεί πλήρης έλεγχος για τον αποκλεισμό κακοήθειας, το παθολογικό έκκριμα θηλής σε μη θηλάζουσες γυναίκες αντιμετωπίζεται με τελική πορεκτομή (εκτομή του πάσχοντος/πασχόντων γαλακτοφόρων πόρων). Σε περίπτωση κακοήθειας διενεργούνται οι αντίστοιχες επεμβάσεις για την αντιμετώπιση του καρκίνου στον μαστό (ογκεκτομή/μαστεκτομή και βιοψία φρουρού λεμφαδένα).